Την Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2023 πραγματοποιήθηκε η επιστημονική συνάντηση με τίτλο “Ψηφιακές μέθοδοι και εργαλεία στην Ιστορία και την Αρχαιολογία” η οποία διοργανώθηκε από την Ακαδημία Αθηνών στο πλαίσιο του έργου Το αναδυόμενο τοπίο ψηφιακής εργασίας στις Ανθρωπιστικές Επιστήμες για τις πρακτικές ψηφιακής εργασίας στις ανθρωπιστικές επιστήμες. Επρόκειτο για τη δεύτερη επιστημονική συνάντηση του έργου, σε συνέχεια εκείνης της 30ης Νοεμβρίου 2022, που είχε επικεντρωθεί στα επιστημονικά πεδία της Λαογραφίας, της Κοινωνικής ανθρωπολογίας και της Προφορικής Ιστορίας.
Η συνάντηση έλαβε χώρα στη Βιβλιοθήκη της Ακαδημίας Αθηνών με φυσική και διαδικτυακή παρουσία, με προσκεκλημένους ομιλητές και ομιλήτριες:
- Πάρης Ποτηρόπουλος, Κέντρο Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας, Ακαδημία Αθηνών, επιστημονικός υπεύθυνος για τον συντονισμό του DARIAH-GR/ΔΥΑΣ
- Σεβαστή Τριανταφύλλου, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
- Δέσποινα Τσιαφάκη, Τμήμα Πολιτισμού και Δημιουργικών Βιομηχανιών, Ινστιτούτο Επεξεργασίας του Λόγου, Ερευνητικό Κέντρο Αθηνά Θράκης
- Κωνσταντίνος Κοπανιάς, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
- Βασίλης Ευαγγελίδης, Ερευνητικό Κέντρο Αθηνά Ξάνθης, Τμήμα Πολιτισμικής Κληρονομιάς
- Ευαγγελία Κυριατζή, Fitch Laboratory BSA, Βρετανική Αρχαιολογική Σχολή
- Ηλίας Στουραΐτης, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης
- Χαράλαμπος Γάσπαρης, Τομέας Βυζαντινών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών (ΕΙΕ)
- Δέσποινα Βαλατσού, Τμήμα Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης, Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών
- Αντώνης Χατζηκυριάκου, Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο
Συντονίστρια της συζήτησης ήταν η Μαρία Σπηλιωτοπούλου, Διευθύντρια Ερευνών στο Κέντρον Ερεύνης της Ιστορίας του Νεωτέρου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών και ο ιστορικός Γιώργος Τζεδόπουλος, συνεργάτης της Ακαδημίας Αθηνών από την ομάδα ΔΥΑΣ.
Τα ερωτήματα που τέθηκαν στους ομιλητές ήταν αντίστοιχα εκείνων της πρώτης συνάντησης και αφορούσαν τα νέα ερευνητικά πεδία που ανοίγονται μέσα από την ψηφιακότητα, τη συγκρότηση και αρχειοθέτηση ψηφιακών τεκμηρίων, την οργάνωση της πληροφορίας, τη χρήση προτύπων, λεξιλογίων και σχημάτων μεταδεδομενων, και εν τέλει τις προκλήσεις που επιφέρει η ψηφιακή συνθήκη για τους συγκεκριμένους επιστημονικούς κλάδους ως προς τη θεωρητική και μεθοδολογική τους συγκρότηση. Όλοι οι ομιλητές τεκμηρίωσαν τις προσεγγίσεις τους με αναφορά σε συγκεκριμένα παραδείγματα από την ερευνητική τους εμπειρία και δράση. Η συνάντηση έδειξε ότι η στοχευμένη και δημιουργική αξιοποίηση της ψηφιακότητας στην αρχαιολογία και την ιστορία στην Ελλάδα έχει οδηγήσει στη διαμόρφωση μιας κοινής γλώσσας ανεξάρτητα από την εκάστοτε ειδική θεματολογία. Επιπλέον, τα σχετικά έργα που έχουν αναπτυχθεί ή συνεχίζουν να αναπτύσσονται είναι σε μεγάλο βαθμό αλληλοσυμπληρωματικά, ιδιαίτερα ως προς τη χωρική διάσταση των διάφορων ερευνητικών ερωτημάτων.
Στην εισαγωγική τοποθέτηση του Πάρη Ποτηρόπουλου παρουσιάστηκε ο στόχος της συνάντησης.
Στη συνέχεια, η Μαρία Σπηλιωτοπούλου συντόνισε τις τοποθετήσεις των ομιλητών.
Η Σεβαστή Τριανταφύλλου παρουσίασε την ψηφιακή αποτύπωση της πανεπιστημιακής ανασκαφής της Τούμπας Θεσσαλονίκης από τη δεκαετία του 1990 έως σήμερα σε όλες τις φάσεις των εργασιών, από την έρευνα, την καταγραφή και την τεκμηρίωση έως την αναπαράσταση και την ξενάγηση.
Η Δέσποινα Τσιαφάκη έκανε μια ολιστική προσέγγιση της ψηφιακότητας στην αρχαιολογία και αναφέρθηκε ιδιαίτερα στα νέα ερευνητικά ερωτήματα που προκύπτουν από τη χρήση των αντίστοιχων μεθόδων, όπως και στις απαιτήσεις που αναδύονται σχετικά με την ομοιογένεια των δεδομένων, τη χρήση προτύπων και την επικοινωνία.
Ο Κωνσταντίνος Κοπανιάς παρουσίασε το πρόγραμμα ToposText, μια ευρετηριασμένη ψηφιακή συλλογή αρχαίων κειμένων και χαρτογραφημένων τόπων σχετικά με την αρχαιοελληνική ιστορία και μυθολογία μέχρι τον 2ο αιώνα μ.Χ., και τόνισε τόσο τη σχέση του με άλλα έργα χωρικής αποτύπωσης του αρχαίου κόσμου όσο και τις προκλήσεις διασύνδεσης που προκύπτουν.
Ο Βασίλης Ευαγγελίδης αφού υπογράμμισε πως η ψηφιακή αρχαιολογία δεν είναι οντολογικά διαφορετική από την αρχαιολογία ως χωριστή επιστημονική πειθαρχία, αναφέρθηκε στην ανάγκη εμβύθισης των αρχαιολόγων στην ψηφιακή εργασία και στο πέρασμά τους από την απλή χρήση στην ανάπτυξη ψηφιακών εργαλείων.
Η Ευαγγελία Κυριατζή σε συνεργασία με την Δρ. Διαδικτυακής Χαρτογραφίας Ελένη Γκαδόλου, παρουσίασε τις δράσεις της Βρετανικής Σχολής σχετικά με τη χρήση ψηφιακών μεθόδων, και ιδιαίτερα εκείνες του εργαστηρίου Fitch που επικεντρώνεται στην αρχαιολογική προσέγγιση από τη μεριά των θετικών επιστημών (science-based archaeology) και στο πλαίσιο του οποίου έχει αναπτυχθεί σειρά ψηφιακών εργαλείων. Επίσης, αναφέρθηκε στις ανάγκες συμβατότητας και διαλειτουργικότητας των δεδομένων, όπως και στη χρήση σημασιολογικών οντολογιών όπως εκείνη του CIDOC.
Στη συνέχεια πήραν τον λόγο οι ιστορικοί:
Ο Χαράλαμπος Γάσπαρης εξιστόρησε την πορεία του ερευνητικού προγράμματος «Προσωπογραφία της ελληνοβενετικής Ανατολής» που αποτυπώνει τα πρόσωπα που εντοπίζονται στις αρχειακές πηγές σχετικά με τις βενετικές αποικίες στον ελληνικό χώρο και αναπτύσσεται στην πλατφόρμα ελεύθερου λογισμικού Heurist. Στο πλαίσιο αυτό, μίλησε για τις οντότητες και τα ελεγχόμενα λεξιλόγια της βάσης δεδομένων, αλλά για τα ενδεχόμενα χρήσης τυπολογιών και θησαυρών όρων.
Η Δέσποινα Βαλατσού επικεντρώθηκε στη σχέση ιστορικής κουλτούρας και ψηφιακότητας. Στο πλαίσιο αυτό αναφέρθηκε στην εκπαιδευτική δράση του έργου «Ψηφιακό Αρχείο 1821» του Κέντρου Έρευνας για τις Ανθρωπιστικές Επιστήμες, αλλά και στη δράση πληθοπορισμού που διασυνδέει το Ψηφιακό Αρχείο 1821 με το «Παρατηρητήριο 1821», το οποίο αποτυπώνει τους τρόπους ενθύμησης και εορτασμού της Επανάστασης από την κοινωνία του σήμερα.
Ο Αντώνης Χατζηκυριάκου παρουσίασε το έργο «Οικονομία, περιβάλλον και τοπίο στον μακρύ ιστορικό χρόνο της Κύπρου» (Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Κοινωφελές Ίδρυμα Σύλβιας Ιωάννου), το οποίο αναλύει σώματα ποσοτικών δεδομένων από απογραφές, και έδειξε πώς η χωρική τους αποτύπωση σε ψηφιακούς χάρτες μπορεί να συμβάλει στον εντοπισμό και την ερμηνεία φαινομένων της κοινωνικοοικονομικής ιστορίας.
Τέλος, ο Ηλίας Στουραΐτης επικεντρώθηκε στην τεκμηρίωση και ανάλυση της εμπειρίας, της αλληλόδρασης και της επικοινωνίας των παικτών ιστορικών ψηφιακών παιχνιδιών για την κατανόηση του δυναμικού χαρακτήρα και της βιωματικής διάστασης της ψηφιακότητας.
Στη συζήτηση που ακολούθησε, την οποία συντόνισε ο Γιώργος Τζεδόπουλος, πέρα από τη συνάφεια των ερευνητικών ερωτημάτων στην ανάπτυξη ψηφιακών έργων για την αρχαιολογία και την ιστορία, αναδείχθηκαν τρεις κυρίως προβληματισμοί:
- ο πρώτος αφορά την ανάγκη να δοθεί έμφαση στην εκπαίδευση στις ψηφιακές μεθόδους στο πλαίσιο των αρχαιολογικών και ιστορικών σπουδών, ώστε να αναδυθεί μια γενιά που θα είναι σε θέση να προσαρμόσει τα νέα εργαλεία στους ερευνητικούς ορίζοντες των επιστημών αυτών·
- ο δεύτερος αφορά την ανάγκη να ενταθούν και να γίνουν πιο συντονισμένες οι όσο το δυνατόν ευρύτερες συνεργασίες μεταξύ φορέων και προσώπων· και
- ο τρίτος αφορά την ανάγκη λήψης πρωτοβουλιών για την ανάπτυξη κοινών προτύπων ψηφιακών υποδομών βάσης, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την ιστορική αναπαράσταση του χώρου, των τοπωνυμίων και της κατοίκησης, όπου διαπιστώνεται υψηλός βαθμός αλληλοσυμπληρωματικότητας μεταξύ έργων και προγραμμάτων που εκκινούν από διαφορετικές επιστημονικές αφετηρίες.